Αν ένα παιδί μείνει μόνο, το καλύτερο που μπορεί να του συμβεί είναι να βρεθεί σε μια θετή οικογένεια. Τέσσερις οικογένειες που επέλεξαν την αναδοχή μιλούν στο inside story για τη διαδικασία, τις δυσκολίες και την ανταμοιβή.
Πριν από κάποια χρόνια η Πελαγία Ζερβανταρίδου αποφάσισε μαζί με τον σύζυγό της πως ήθελαν να υιοθετήσουν ένα παιδάκι. Ξεκινώντας το 2019 την προσπάθειά τους, άκουσαν ότι η υιοθεσία στην Ελλάδα αργεί πολύ και θα ήταν καλύτερο να στραφούν στην αναδοχή. Έτσι άρχισαν να επισκέπτονται ιδρύματα για να βρουν κάποιο παιδάκι. Όπως λένε σήμερα στο inside story, συνάντησαν υπεύθυνους ιδρυμάτων που με τον τρόπο τους προσπαθούσαν να τους αποτρέψουν από το να γίνουν ανάδοχοι παιδιού, τονίζοντας ότι κάποια από τα παιδιά τους είχαν πολλά προβλήματα και ήταν δύσκολα διαχειρίσιμα. Αφού πέρασαν κάποιοι μήνες χωρίς αποτέλεσμα, με λίγη έρευνα στο διαδίκτυο έμαθαν περισσότερα πράγματα για την αναδοχή και το μητρώο που μόλις είχε συσταθεί, ανέλαβαν δράση και ξεκίνησε η διαδικασία που, όπως φαίνεται, τους άλλαξε την ζωή.
Η αναδοχή και η υιοθεσία δεν είναι το ίδιο πράγμα. Για να το θέσουμε απλά, στην υιοθεσία το παιδί διακόπτει κάθε επαφή με τη βιολογική του οικογένεια, παίρνει το επώνυμο της θετής οικογένειας, κληρονομικά δικαιώματα και τη γονική μέριμνα (δηλαδή όλες τις αποφάσεις για τα σημαντικά ζητήματα όπως εγχειρήσεις, μετακομίσεις κ.ο.κ) ασκούν εξ ολοκλήρου οι θετοί γονείς. Από την άλλη, οι ανάδοχοι γονείς αναλαμβάνουν την φροντίδα ενός παιδιού για ορισμένους μήνες ή χρόνια, μέχρι να μπορέσει η φυσική του οικογένεια να το ξαναφροντίσει. Συνήθως οι ανάδοχοι γονείς δεν έχουν τη γονική μέριμνα του παιδιού (την έχουν οι βιολογικοί γονείς, ο εισαγγελέας ανηλίκων ή η δομή όπου βρισκόταν το παιδί) και το παιδί δεν αλλάζει επώνυμο. Ο λόγος για τον οποίον μπορεί ένα παιδί να μπει στο πρόγραμμα αναδοχής είναι επειδή για κάποιο διάστημα η οικογένεια βρίσκεται σε κρίση και δεν μπορεί να το φροντίσει (π.χ. μπορεί οι γονείς να βρίσκονται στην φυλακή, να είναι χρήστες ουσιών κ.ά.), ή έχει υποστεί κάποια κακοποίηση, ή είναι παιδί με κάποια αναπηρία που έχει εγκαταλειφθεί, ασυνόδευτο προσφυγόπουλο ή παιδί που ζει στα ιδρύματα.
Η πλατφόρμα anynet.gr
Η αναδοχή ως έννοια υπήρχε και παλαιότερα, όμως εφαρμοζόταν σπανιότατα, όπως αναφέρουν οι κοινωνικοί λειτουργοί με τις οποίες επικοινωνήσαμε, και κυρίως γινόταν από συγγενείς του παιδιού. Την έννοια της αναδοχής έφερε οργανωμένα ο νόμος 4538/2018ΦΕΚ Α’/85/16-5-2018 που ψηφίστηκε επί ΣΥΡΙΖΑ, καθώς εισήγαγε το Εθνικό Μητρώο Ανηλίκων και το Εθνικό Μητρώο Υποψήφιων Αναδόχων (και Θετών Γονέων). Το 2019 ξεκίνησε να λειτουργείΕνεργοποιήθηκε το Πληροφοριακό Σύστημα Αναδοχής και Υιοθεσίας | Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων η πλατφόρμα anynet.granynet.gr, στην οποίαν καταχωρούνται οι Υποψήφιοι Ανάδοχοι Γονείς και τα παιδιά και ανάλογα με τα κριτήρια που τίθενται από τους γονείς γίνεται «ταίριασμα» γονέων – παιδιών.
Η οικογένεια που θα φιλοξενήσει το παιδί γνωρίζει από πριν τι είδους αναδοχή θα είναι –αν δηλαδή θα είναι για πολύ ή λίγο χρόνο– καθώς στην αίτηση που συμπληρώνει δηλώνει βραχυχρόνια ή μακροχρόνια αναδοχή. Όπως συμπεράναμε και από τις οικογένειες με τις οποίες επικοινωνήσαμε, οι περισσότερες, όπως και της κ. Ζερβανταρίδου, ξεκίνησαν με την επιθυμία της υιοθεσίας, όμως επειδή στη χώρα οι συγκεκριμένες διαδικασίες είναι πολύ χρονοβόρες, τους συμβούλευσαν να κάνουν αίτηση και για μακροχρόνια αναδοχή, που συνήθως οδηγεί τελικά στην υιοθεσία του παιδιού.
Κάποια από τα παιδιά που διαβιούν στα ιδρύματα ή έχουν εγκαταλειφθεί ως βρέφη σε νοσοκομεία δεν μπορούν να ενταχθούν σε πλαίσιο υιοθεσίας, επειδή εκκρεμούν δικαστικές αποφάσεις, που αφορούν για παράδειγμα τη γονική επιμέλεια, καθώς σε πολλές από αυτές τις περιπτώσεις οι βιολογικοί γονείς δεν την έχουν χάσει ή τη διεκδικούν ακόμα (π.χ. ασκώντας εφέσεις). Αυτές οι δικαστικές αποφάσεις μπορούν να πάρουν χρόνια για να τελεσιδικήσουν. Μέχρι να ολοκληρωθούν οι νομικές διαδικασίες, προκειμένου το παιδί να μην μένει στη δομή, μπορεί να ενταχθεί στο πλαίσιο της αναδοχής. Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχείαΣτοιχεία και Αριθμητικά ∆εδομένα του Πληροφορικού Συστήματος (Π.Σ.) www.anynet.gr – Γ’ Τρίμηνο 2022 | paidi.gov.gr που υπάρχουν, από τα περίπου 1.396 παιδιά που έχουν καταγραφεί σε μονάδες παιδικής προστασίας, μπορούν να υιοθετηθούν μόλις τα 112, ενώ για αναδοχή μπορούν να πάνε πολλά περισσότερα: 606.
Όταν το παιδί βρίσκεται ήδη σε μια ανάδοχη οικογένεια, μόλις «ξεμπλοκάρει» από τα νομικά ζητήματα μπορεί να υιοθετηθεί από την ίδια οικογένεια, μιας και είναι ήδη ενταγμένο εκεί. Η αναδοχή βέβαια έχει ένα ρίσκο γιατί, όπως εξηγούν οι κοινωνικοί λειτουργοί σχολαστικά στους υποψήφιους ανάδοχους γονείς όταν τους προετοιμάζουν, το παιδί μπορεί να χρειαστεί να γυρίσει στη βιολογική του οικογένεια κάποια στιγμή – ανάλογα με την περίπτωση. «Όταν πήγαμε στα σεμινάρια που μας κάνουν για την αναδοχή, οι κοινωνικοί λειτουργοί μας ξεκαθάριζαν ότι πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι για το ενδεχόμενο να φύγει το παιδί. Αυτό μας τρομοκρατούσε λίγο είναι η αλήθεια, γιατί το να ανοίξεις την ψυχή σου, την καρδιά σου σε ένα παιδί και ξαφνικά να φύγει, είναι φρίκη. Αλλά παρόλα αυτά το συνεχίσαμε. Όταν το θέμα της αγάπης είναι τεράστιο και όταν βλέπεις ότι θέλεις να προσφέρεις και να σώσεις ένα παιδί, συνεχίζεις. Δεν πρέπει να το παίρνει κάποιος εγωιστικά. Αυτή η κίνηση πρέπει να έχει αγάπη, υπομονή και κατανόηση. Μιλάμε για μια παιδική ψυχή. Πρέπει να είναι μια συνειδητή απόφαση. Το ζευγάρι πρέπει να το σκεφτεί, να το ζυγίσει άπειρες φορές. Τελικά η αναδοχή για εμάς ήρθε σαν θείο δώρο» μας λέει η κ. Ζερβανταρίδου.
Με όσους γονείς μιλήσαμε για την εμπειρία τους με την αναδοχή, αναφέρουν ότι λόγω της έλλειψης πληροφόρησης που υπάρχει στην κοινωνία και οι ίδιοι δεν γνώριζαν τι είναι και πως μπορούν να την ακολουθήσουν. Στην αρχή φυσικά υπήρχε ο φόβος για το άγνωστο και τις δυσκολίες που θα αντιμετώπιζαν.
Η διαδικασία της αναδοχής
Όποιος ενδιαφέρεται είτε ως ζευγάρι είτε μόνος του (μονογονεϊκή οικογένεια) να γίνει ανάδοχος γονιός, μπορεί να απευθυνθεί στο τμήμα κοινωνικής αλληλεγγύης της περιφέρειάς του για να μάθει περισσότερα ή να λύσει κάποιες βασικές απορίες εδώΑναδοχή | paidi.gov.gr.
Η διαδικασία σε γενικές γραμμές είναι η εξής:
Στην αρχή κατατίθενται στην ηλεκτρονική πλατφόρμα anynet.gr τα δικαιολογητικά που απαιτούνται (π.χ. οικογενειακή κατάσταση, εκκαθαριστικά τριών τελευταίων ετών. πιστοποιητικό από δημόσιο νοσοκομείο που να αποδεικνύει ότι οι αιτούντες δεν πάσχουν από χρόνια μεταδοτικά νοσήματα ούτε από ψυχικά νοσήματα, ποινικό μητρώο, πιστοποιητικά περί μη θέσης σε δικαστική συμπαράσταση κ.ά.) μαζί με το αίτημα αναδοχής.
Γίνεται «κοινωνική έρευνα» στο πλαίσιο της οποίας γίνονται συναντήσεις μεταξύ υποψηφίων και κοινωνικό/ή λειτουργό στο σπίτι, συναντήσεις με στενούς συγγενείς και τα παιδιά της οικογένειας (όταν υπάρχουν) κ.ά. Με αυτόν τον τρόπο διερευνάται το περιβάλλον των υποψηφίων αναδόχων.
Αφού εγκριθούν και κριθούν κατάλληλοι, οι ανάδοχοι γονείς περνούν από ένα σεμινάριο 30 ωρών, το οποίο τους προετοιμάζει για την αναδοχή.
Στη συνέχεια ξεκινάει το «ταίριασμα» με παιδιά που είναι εγγεγραμμένα στην πλατφόρμα anynet.gr.
«Εγώ θα ήθελα να πω ότι οι γονείς κάποιες φορές φοβούνται να παίρνουν μεγαλύτερα παιδάκια. Πήραμε την απόφαση με τον σύζυγό μου ότι δεν θέλαμε βρέφος και μάλιστα μας είχαν πει πως όταν θες μεγαλύτερο παιδί είναι ακόμα πιο εύκολα τα πράγματα, γιατί συνήθως τα παιδάκια πάνω από πέντε ετών δεν τα προτιμούν. Αυτό το “δεν τα προτιμούν” ήταν η πιο ηχηρή καμπάνα που χτύπησε στα αυτιά μας αλλά και στην ψυχή μας, από την άποψη ότι αυτά τα παιδιά είναι τα πιο αδικημένα. Όλοι ζητάνε βρέφη για να τα μεγαλώσουν αυτοί, για να πάρουν τις συνήθειές τους, τη “σωστή” ανατροφή κ.λπ. Το δικό μας παιδί, ένα 8χρονο αγοράκι, παρότι τον έχουμε μαζί μας μόλις εννέα μήνες, έχει ήδη ξεκινήσει να παίρνει δικές μας συνήθειες. Έχει αρχίσει να μαθαίνει τα όρια, τους κανόνες, τι είναι σωστό, τι είναι το λάθος, να έχει σωστή συμπεριφορά. Βέβαια όλα θέλουν αγώνα. Αυτά τα παιδιά χρειάζονται αγάπη και σιγουριά, τίποτα άλλο» μας λέει η κ. Ζερβανταρίδου
Από τη μέχρι τώρα αλληλεπίδραση και με άλλους γονείς που σκέφτονταν να γίνουν ανάδοχοι, μας λέει ότι: «Αυτό που έχω ακούσει πολλές φορές είναι ότι φοβούνται τις κληρονομικότητες των παιδιών, επειδή δεν τα γνωρίζουν. Και ρωτώ, είμαι 43 ετών, μπορώ να ξέρω τι ψυχική ασθένεια είχε ο προ-προπάππους μου; Ή εαν οι βιολογικοί γονείς ενός παιδιού ήταν χρήστες, είναι σίγουρο ότι θα μπλέξει και το ίδιο με ναρκωτικά, σε αντίθεση με ένα άλλο παιδί; Το έχω ακούσει και αυτό. Πρέπει να καταλάβει ο κόσμος ότι τα παιδιά αυτά δεν είναι κουκλίτσες, ούτε θα πρέπει κάποιος να το κάνει “επειδή έχουν όλοι παιδιά, θέλω και εγώ”. Όχι. Πρέπει να το νιώθεις». Η κ. Ζερβανταρίδου τονίζει ότι τα υποχρεωτικά σεμινάρια τα οποία γίνονται λίγο πριν ξεκινήσει το ταίριασμα των υποψήφιων γονέων από το σύστημα με τα παιδιά, τους φάνηκαν πολύ βοηθητικά, καθώς τους μίλησαν εξειδικευμένοι κοινωνικοί λειτουργοί, παιδοψυχίατροι, παιδοψυχολόγοι και τους προετοίμασαν για όσα τυχόν θα αντιμετωπίσουν: «Τα σεμινάρια ανοίγουν τα μάτια και λύνουν πάρα πολλές απορίες. Μας έδωσαν πάρα πολλές πληροφορίες, πως να συμπεριφερόμαστε όταν ένα παιδί είναι κακοποιημένο για παράδειγμα. Μας είπαν ακόμα ότι από την πρώτη στιγμή πρέπει να μπαίνουν όρια και ειδικά όταν πρόκειται για παιδιά προσχολικής ηλικίας που δεν έχουν μάθει κανόνες. Ότι δεν πρέπει να τα δίνουμε όλα, από την άποψη ότι πρέπει να λέμε και όχι, γιατί τα παιδιά είναι πολύ χειριστικά πλέον. Το πιο σημαντικό –που το κρατάω και το βιώνω ακόμα με το παιδί μου– είναι πως, ό,τι και να έκανε η μάνα στο παιδί της, δεν πρέπει να την κατηγορούμε στο παιδί. Ο δεσμός μάνας παιδιού είναι πολύ ισχυρός, έστω και αν δεν θα ζούνε μαζί για την υπόλοιπη ζωή». Σε πολλές περιπτώσεις άλλωστε που υπάρχει αναδοχή, ο εισαγγελέας έχει κρίνει ότι το παιδί πρέπει να έρχεται σε επαφή με τους γονείς του ή τον έναν γονιό και ο ανάδοχος είναι υποχρεωμένος να διευκολύνει αυτή την επικοινωνία.
Αξίζει να σημειώσουμε ότι πέρα από τα σεμινάρια, η μετέπειτα αρωγή που λαμβάνουν από την πολιτεία οι ανάδοχοι γονείς προέρχεται αποκλειστικά από την κοινωνική τους λειτουργό. Αν χρειάζονται παιδοψυχολόγο ή παιδοψυχίατρο, πρέπει να τον βρουν μόνοι τους ιδιωτικά.
Η Σιμέλα Πουλασουκίδη αποφάσισε πριν από 2,5 χρόνια να γίνει μόνη της ανάδοχος γονέας ενός κοριτσιού 45 ημερών με σύνδρομο Down. Είχε μάθει από ένα άρθρο σε μια ιστοσελίδα ότι αναζητούνταν ανάδοχοι γονείς και εκδήλωσε το ενδιαφέρον της. «Κάθε παιδί είναι διαφορετικό και ένα παιδί με αναπηρία δεν σημαίνει ότι θα σου “χαλάσει” το σπίτι. Εμένα το παιδί μου περπατάει, τρώει, χαίρεται, χορεύει, εκφράζεται, ζει μια φυσιολογική ζωή και πηγαίνει σε κανονικό σχολείο με παράλληλη στήριξη και έχει εγκλιματιστεί πλήρως στο πρόγραμμα του σχολείου της με παιδιά της ηλικίας της. Αυτό που αποτρέπει πολλούς ανθρώπους είναι ο φόβος ότι θα είναι πολύ δύσκολο. Όχι δεν είναι. Ένα παιδί που το παίρνεις στο σπίτι σου θέλει ασφάλεια, αγάπη, αφοσίωση και να του αφιερώσεις χρόνο. Αυτό που μας ενδιαφέρει είναι να βοηθήσουμε ένα παιδί να σταθεί στα πόδια του, να του δώσουμε αυτό που έχει ανάγκη. Δεν είναι τόσο δύσκολη δουλειά αν αγαπάς. Βρίσκεις τρόπο να επικοινωνείς με το κάθε παιδί που έχεις κοντά σου. Έχεις και βοήθεια από τον φορέα. Το μόνο που χρειάζεται είναι να ανοίξουμε την καρδιά μας και το σπίτι μας, του αφιερώνουμε ένα κομμάτι. Από εκεί και πέρα αυτό που παίρνουμε πίσω είναι τεράστιο».
«Όταν γνωρίσαμε το παιδί δεχτήκαμε την ιστορία του, το παρελθόν του και αποφασίσαμε να συνεχίσουμε» μας εξιστορεί η κ. Ζερβανταρίδου. «Ευτυχώς το παιδί αυτό δεν πέρασε από δομή. Ευτυχώς υπάρχουν εισαγγελείς ανηλίκων που είναι κατά των ιδρυμάτων και ευτυχώς υπάρχουν και κοινωνικοί λειτουργοί που δεν κοιτάνε να ξεφορτωθούν απλά τα παιδιά και το παλεύουν. Εμείς είμαστε τυχεροί γιατί πέσαμε σε τέτοια εισαγγελέα και τέτοια κοινωνική λειτουργό, που έδωσαν το παιδί αμέσως σε αναδόχους. Έχουν περάσει εννέα μήνες και είμαστε ακόμα στην φάση της προσαρμογής. Δεν είναι εύκολο πράγμα γιατί ένα παιδί που είναι κακοποιημένο και εγκαταλελειμμένο, έχει στερηθεί πολλά πράγματα και υπάρχουν δυσκολίες. Υπάρχουν ακόμα στιγμές που φοβάται μην έρθει η μαμά του και ο πατριός του να τον πάρουνε. Αισθάνεται διάφορες φοβίες, αλλά από ό,τι μας λέει και η παιδοψυχολόγος που τον παρακολουθεί προχώρησαν γρήγορα τα βήματα, δέθηκε μαζί μας πάρα πολύ γρήγορα. Το παιδί έχει ανάγκη από αγάπη, έχει ανάγκη να καταλάβει πραγματικά τι είναι η οικογένεια, ο μπαμπάς, η μαμά».
Η επιτάχυνση των διαδικασιών
Αν και θεωρητικά οι εισαγγελείς μπορούσαν από πριν να δώσουν κάποιο παιδί για αναδοχή, όταν για παράδειγμα ήταν εγκαταλελειμμένο σε ένα νοσοκομείο ή όταν οι κοινωνικές υπηρεσίες υποδείκνυαν παραμέληση, μετά τον νόμο του 2018ΦΕΚ Α’/85/16-5-2018 εφαρμόζεται στην πράξη πολύ συχνά, επειδή πλέον υπάρχει το Μητρώο των εγκεκριμένων υποψηφίων αναδόχων, που αμέσως ταιριάζει τα παιδιά με οικογένειες. Έτσι ένα παιδί που οι γονείς του κρίνεται ότι δεν μπορούν να το φροντίσουν μπορεί να μην περάσει καθόλου από κάποια δομή, αλλά να μπει κατευθείαν σε μια οικογένεια.
«Η ιδρυματική φροντίδα είναι αυτό που λέμε η χειρότερη δυνατή λύση για ένα παιδί που χρειάζεται να απομακρυνθεί από το βιολογικό του περιβάλλον» τονίζει η Δήμητρα Γιάννου, κοινωνική λειτουργός και ιδρυτικό μέλος της ομάδας υποψηφίων ανάδοχων και θετών γονιών «Δεσμοί Καρδιάς» και εξηγεί: «αυτό συμβαίνει επειδή ένα παιδί στερείται της εξατομικευμένης φροντίδας, δεν έχει ένα πρόσωπο αναφοράς, δεν έχει την αίσθηση ασφάλειας, την οικογενειακή θαλπωρή, την αίσθηση ότι είναι το επίκεντρο της προσοχής των γονέων του ή ενός ενήλικα ανθρώπου, οπότε χάνει την αίσθηση ότι είναι πολύτιμο. Γίνεται ένα μεταξύ 20-30 παιδιών».
Τα πράγματα φυσικά είναι ακόμα πιο δύσκολα για ένα παιδί που έχει κάποια αναπηρία και είναι πολύ πιο σπάνιο να βρεθεί γονιός για να το υιοθετήσει, οπότε μένει για πολλά χρόνια στα ιδρύματα. «Η συνείδησή μας δεν μας δεν μας επέτρεπε να ζει ένα παιδάκι μόνο του στο νοσοκομείο ενώ εμείς δεν είχαμε κάτι να μας εμποδίζει να το βοηθήσουμε» λέει στο inside story η Λίτσα Ανδρέου. Η κ. Ανδρέου έγινε ανάδοχος γονιός μαζί με το σύζυγό της όταν τυχαία διάβασαν σε μια ιστοσελίδα ότι αναζητούνταν οικογένειες για φιλοξενήσουν βρέφη και μωράκια που περίμεναν να υιοθετηθούν. Ετοίμασαν τα χαρτιά τους και μετά από εννέα μήνες περίπου είχαν στα χέρια τους ένα δίχρονο αγοράκι με σοβαρά προβλήματα υγείας, που μέχρι τότε μεγάλωνε στα ιδρύματα. Αν και στην αρχή δεν γνώριζαν τι είναι η αναδοχή, πλέον μετά από πέντε χρόνια εξακολουθούν να έχουν τον γιό τους στο σπίτι, φροντίζουν τα προβλήματα υγείας του και έχουν δρομολογηθεί οι διαδικασίες για να τον υιοθετήσουν. Δεν ξέρουν ποιά θα ήταν η τύχη αυτού του παιδιού αν δεν είχε βρει αναδόχους.
Διαβάστε τη συνέχεια στο insidestory.gr
Ελευθερία Τσαλίκη