Τι είναι Cyberbullying και ποιες είναι οι μορφές του;
Ο κυβερνοεκφοβισμός, γνωστό ως Cyberbullying, αποτελεί μια από τις σύγχρονες μορφές εκδήλωσης του παραδοσιακού και κλασικού, πρόσωπο με πρόσωπο, εκφοβισμού. (Aluede, Adeleke, Omoike, Afen και Akpaida, 2008, Olweus, 1999· Hazler, Miller, Carney και Green, 2001). Εύστοχα, μάλιστα, έχει διατυπωθεί η άποψη πως στην ουσία, ο κυβερνοεκφοβισμός, σε σχέση με τον παραδοσιακό εκφοβισμό, αποτελεί παλιό κρασί σε καινούριο μπουκάλι (Li, 2005).
Τα κύρια στοιχεία της διαφοροποίησής του, σε σχέση με τον παραδοσιακό εκφοβισμό, είναι η χρήση της τεχνολογίας (Donegan, 2012) αλλά και ότι η επίθεση του δράστη ή των δραστών γίνεται από απόσταση.
Ο πρώτος που διατύπωσε ορισμό για τον κυβερνοεκφοβισμό είναι ο Καναδός παιδαγωγός Belsey, σύμφωνα με τον οποίο τρία στοιχεία πρέπει να συντρέχουν για να χαρακτηριστεί μια πράξη ως τέτοια: 1. η χρήση τεχνολογιών πληροφορικής και επικοινωνιών, 2. η υποστήριξη επαναλαμβανόμενης και εχθρικής συμπεριφοράς από ένα άτομο ή μια ομάδα ατόμων και 3. ο στόχος της πρόκλησης βλάβης σε άλλους (Belsey, 2007).
Κυβερνοεκφοβισμός εκλαμβάνεται κάθε συμπεριφορά που εκδηλώνεται μέσω ηλεκτρονικών ή ψηφιακών μέσων και έχει επαναλαμβανόμενα, σκοπό την μετάδοση εχθρικών ή επιθετικών μηνυμάτων, με πρόθεση την πρόκληση βλάβης ή δυσαρέσκειας στους άλλους (Tokunaga, 2012).
Κατά τους Juoven και Gross (Juoven και Gross,2008), ως κυβερνοεκφοβισμός ορίζεται η χρήση του διαδικτύου ή άλλης ψηφιακής τεχνολογίας με στόχο την προσβολή ή την απειλή κάποιου, ενώ κατά τον Lee ως εκφοβισμός στον κυβερνοχώρο ορίζεται εκείνη η κατηγορία του εκφοβισμού που λαμβάνει χώρα μέσα από εργαλεία ηλεκτρονικής επικοινωνίας όπως το e-mail, το κινητό τηλέφωνο, οι υπηρεσίες μηνυμάτων ή ο παγκόσμιος διαδικτυακός ιστός.
Το θύμα και η θυματοποίηση εμπεριέχονται για πρώτη φορά στον ορισμό του Smith (Smith, Mahdavi, Carvalho, Fisher, Russel καιTippet, Cyberbullying, 2008). Ο Smith προσθέτει ακόμη τρία στοιχεία: 1. την επανάληψη της επίθεσης, 2. τη διαχρονικότητα της επίθεσης και 3. ότι η πράξη στρέφεται εναντίον ενός θύματος το οποίο δεν μπορεί εύκολα να υπερασπιστεί τον εαυτό του/της.
Ο κυβερνοεκφοβισμός μπορεί να είναι άμεσος ή έμμεσος εμπλέκοντας και άλλα άτομα, τα οποία ενδεχομένως να μη γνωρίζουν καν το θύμα.
Τα μέσα που χρησιμοποιούνται για τον εκφοβισμό μέσω του διαδικτύου μπορεί να είναι: το Ηλεκτρονικό Ταχυδρομείο (e-mail), τα Γραπτά Μηνύματα (TextMessaging), οι Ιστότοποι Κοινωνικού Δικτύου (Social Networking Sites), τα Μέρη Συζήτησης στο Διαδίκτυο (Chat Rooms), τα Blogs, τα Web Sites, ακόμα και τα διαδικτυακά παιχνίδια (Internet Gaming). (Cornell και Limber, 2015)
Τα κοινά χαρακτηριστικά μεταξύ των ορισμών
Από την παράθεση των διαφορετικών ορισμών προκύπτει πως όλες οι εννοιολογικές προσεγγίσεις εμπεριέχουν κάποια κοινά χαρακτηριστικά: επιθετική και εχθρική συμπεριφορά, η οποία διαπράττεται μέσω μιας ηλεκτρονικής συσκευής, ενώ διαφοροποιούνται κυρίως ως προς τους εμπλεκόμενους στο περιστατικό. Βασικά χαρακτηριστικά του εκφοβισμού στο διαδίκτυο, που τον διαφοροποιούν από τον παραδοσιακό εκφοβισμό, αποτελούν η ανωνυμία της επίθεσης, ο μικρός σχεδιασμός που απαιτείται, καθώς είναι μάλλον ευκαιριακό αδίκημα, η απουσία φυσικής αλληλεπίδρασης, που μειώνει ως εκ τούτου τον φόβο της σύλληψης, η εύκολη «πρόσβαση» στον στόχο που καθιστά ακόμη πιο ευάλωτο το θύμα, σε σχέση με τον παραδοσιακό εκφοβισμό. (Kiriakidis, 2014, Tokunaga, 2010). Η παρενόχληση στον κυβερνοχώρο εξαπλώνεται αστραπιαία, το «υλικό» της παρενόχλησης μπορεί να αποθηκευτεί και να προβληθεί εκ νέου, ενώ συμβαίνει συχνά έξω από χώρους «ελέγχου» όπως είναι το σχολείο, με αποτέλεσμα το θύμα να μένει απροστάτευτο. (Tokunaga, 2010)
Οι μορφές κυβερνοεκφοβισμού
Οι μορφές τού κυβερνοεκφοβισμού διαφοροποιούνται, (Willard, 2008) ανάλογα με τον τρόπο που τελείται, από τα εκφοβιζόμενα πρόσωπα (άτομο, δύο άτομα ή ομάδα ατόμων) που κάθε φορά στοχοποιούνται, αλλά και από τις επιδιώξεις του εκάστοτε εκφοβιστή, μέσω της πράξης του εκφοβισμού. Πολύ συχνά ο εκφοβιστής στον κυβερνοχώρο δημιουργεί δυσάρεστη για το θύμα κατάσταση με την αποστολή υβριστικών μηνυμάτων. Το εν λόγω φαινόμενο περιγράφεται με τον όρο flaming (στην πυρά) (Μακρή-Μπότσαρη, 2010). Ιδιαίτερα συχνά εμφανίζεται και η παρενόχληση μέσω διαδικτύου (online harassment), που λαμβάνει χώρα μέσω της επαναλαμβανόμενης αποστολής μηνυμάτων με προσβλητικό περιεχόμενο ( e-mail ή άλλου τύπου) μεταξύ δύο ατόμων. (Starr, 2000/2001).
Άλλες μορφές παρενόχλησης αποτελούν η αμαύρωση της υπόληψης ή και η δυσφήμηση του ατόμου, (denigration-putdowns) (Rogers,2010) η οικειοποίηση της ταυτότητας άλλου/μίμησης (impersonation), (Bissonette, 2009) και η δημοσιοποίηση προσωπικών στοιχείων (outing (Willard, 2006)).
Εκτός από τις προαναφερθείσες μορφές, συχνά, ιδιαίτερα μεταξύ των ανηλίκων, λαμβάνουν χώρα κάποιες τακτικές εκφοβισμού, με πιο χαρακτηριστική αυτή του λεγόμενου «χαρωπού χαστουκίσματος», όπου το ανυποψίαστο θύμα που δέχεται σωματική επίθεση βιντεοσκοπείται ή λαμβάνονται φωτογραφίες με την χρήση κάμερας κινητού (Happyslapping), οι οποίες κατόπιν δημοσιοποιούνται στο διαδίκτυο ή σε άλλα κινητά τηλέφωνα.
Οι συμμορίες ανηλίκων στον διαδικτυακό κόσμο δραστηριοποιούνται με την μορφή του «πολέμου κειμένων» (textwars/attacks) (Dragan, 2011): οι θύτες στέλνουν σωρεία από ηλεκτρονικά μηνύματα ή μηνύματα μέσω κινητού σε ένα θύμα, το οποίο έχει στοχοποιηθεί εκ των προτέρων, με στόχο τη συναισθηματική καταπόνηση. Τέλος, συνήθεις τακτικές, κυρίως μεταξύ των εφήβων, αποτελούν το λεγόμενο «τελειωτικό χτύπημα» (bashboards) (Dragan 2011) όπου σε διαδικτυακούς πίνακες ανακοινώσεων δημοσιοποιούνται συνήθως αναληθείς και κακόβουλες ανακοινώσεις, καθώς και διαδικτυακές δημοσκοπήσεις (online polls), όπου συχνά τα θέματα που τίθενται προς δημοσκόπηση είναι υποτιμητικά για ένα συγκεκριμένο άτομο ή για μια κατηγορία ατόμων (Edward και Dragan, 2011).
Το παιδί θύμα κυβερνοεκφοβισμού
Σύμφωνα με την ετήσια έκθεση του 2014 για τον κυβερνοεκφοβισμό , σε δείγμα δέκα χιλιάδων παιδιών διεθνώς (Αμερική, Αυστραλία, Αγγλία), επτά στα δέκα παιδιά έχουν πέσει θύματα κυβερνοεκφοβισμού. Σύμφωνα με την ίδια έρευνα, δέκα επτά τοις εκατό (17%) των παιδιών βιώνουν το φαινόμενο σε πολύ τακτική βάση, ενώ είκοσι τοις εκατό (20%) των νέων ανθρώπων βιώνουν ακραία περιστατικά εκφοβισμού στο διαδίκτυο σε καθημερινή βάση. Είναι αξιοσημείωτο ότι πάνω από τους μισούς ερωτηθέντες χρήστες του facebook δήλωσαν πώς έχουν πέσει θύματα κυβερνοεκφοβισμού ( Rivers, 2013):
Μέσο κοινωνικής δικτύωσης | Ποσοστό % των ερωτηθέντων που είναι χρήστες του μέσου κοινωνικής δικτύωσης | Ποσοστό % των ερωτηθέντων που έχει πέσει θύμα cyberbullying κατά τη χρήση μέσου κοινωνικής δικτύωσης |
75 | 54 | |
You tube | 66 | 21 |
43 | 28 | |
Ask.Fm | 36 | 26 |
24 | 24 | |
Tumblr | 24 | 22 |
Myspace | 4 | 89 |
Είναι ενδεικτικό πως σε ευρωπαϊκό επίπεδο, μέχρι πρόσφατα, δεν υπήρχε άμεση θεσμική αναφορά στο φαινόμενο του κυβερνοεκφοβισμού, ενώ στη Διεθνή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Παιδιού γίνεται έμμεση μόνο αναφορά στον κυβερνοεκφοβισμό. (Κουτσούκου, 2013) Το γεγονός αιτιολογείται σε μεγάλο βαθμό από τη σχετικά πρόσφατη εμφάνιση αυτής της «διαδικτυακής» μορφής εκφοβισμού.
Το νομικό πλαίσιο στην Ε.Ε. και στο Ηνωμένο Βασίλειο
Για πρώτη φορά, στο σχόλιο της Επιτροπής για τα Δικαιώματα του Παιδιού (Νο13) του 2011 που αφορά στο δικαίωμα του παιδιού να νιώθει ελεύθερο από κάθε μορφή βίας, αναφέρεται η έννοια του κυβερνοεκφοβισμού, συσχετιζόμενη με την προστασία του παιδιού από τη βία και την κακοποίηση, όπως αυτή κατοχυρώνεται στο άρθρο 19.[1] Στο Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με την 25η επέτειο της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού [2014/2919(RSP)] 17, αναφέρεται, επίσης, ότι πρέπει να ληφθούν μέτρα για την καταπολέμηση του εκφοβισμού στον κυβερνοχώρο και ότι τα παιδιά, οι δάσκαλοι και οι οργανώσεις υποστήριξης των νέων και των παιδιών πρέπει να διαδραματίσουν ενεργό ρόλο στην αύξηση της ευαισθητοποίησης για το ζήτημα αυτό.[2] Παρομοίως, σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες η αντιμετώπιση του φαινομένου αναφέρεται αναλογικά με τα επιμέρους εθνικά νομοθετικά πλαίσια, μαζί με άλλα, παρεμφερή ζητήματα. Στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες το ζήτημα αντιμετωπίζεται παρεμπιπτόντως.
Στην Γερμανία, για παράδειγμα, τα προβλήματα που αναφύονται αναφορικά με τον κυβερνοεκφοβισμό εμπίπτουν στον νόμο για τις τηλεπικοινωνίες και στη νομοθεσία σχετικά με την προστασία των ανηλίκων από αθέμιτο περιεχόμενο των μέσων μαζικής ενημέρωσης. Στην Πορτογαλία η απουσία ειδικού νόμου καλύπτεται από την αναλογική εφαρμογή του Ποινικού Κώδικα, από τη Σύμβαση της Βουδαπέστης για το κυβερνοέγκλημα, η οποία κυρώθηκε το 2009 και από τον νόμο για το κυβερνοέγκλημα, που επίσης ψηφίστηκε το 2009. Στην Ιρλανδία και στην Ισπανία παρομοίως εφαρμόζονται οι ποινικοί νόμοι για την αντιμετώπιση παρόμοιων περιστατικών.
Παρομοίως, στο Ηνωμένο Βασίλειο δε διατυπώνεται νομικός ορισμός της διαδικτυακής παρενόχλησης και του διαδικτυακού εκφοβισμού. Ωστόσο, υφίσταται μια νομική εργαλειοθήκη, η οποία μπορεί να αξιοποιηθεί, όπως διευκρινίζεται σε σχετικές κατευθυντήριες Οδηγίες της Εισαγγελικής Υπηρεσίας. Παραδείγματα αποτελούν οι εξής νομοθετικές πράξεις: ‘’Protection from Ηarassment Act 1997”, “Criminal Justice Act and Public Order Act 1994” ,“Malicious Communication Act 1998”, “Communications Act 2003”, “Breach of the Peace (Scotland)” και η “Defamation Act 2013”, η οποία τέθηκε σε ισχύ τον Ιανουάριο του 2014. Παράλληλα, στις πράξεις Education and Inspection Act (2006) εμπεριέχονται κάποιες ρυθμίσεις σχετικά με τον κυβερνοεκφοβισμό και τα περιθώρια επέμβασης του διευθυντή του σχολείου στην συμπεριφορά των μαθητών, όταν είναι εκτός σχολείου, συμπεριλαμβανομένης και της κατάσχεσης του κινητού τηλεφώνου τους ή άλλων παρόμοιων αντικειμένων. Ωστόσο, ούτε στο Ηνωμένο Βασίλειο ο κυβερνοεκφοβισμός αποτελεί αυτοτελές ποινικό αδίκημα, αλλά εφαρμόζονται αναλογικά οι διατάξεις του ποινικού κώδικα που αναφέρονται στην παρενόχληση και την απειλή.
Παρομοίως, στην Ελλάδα, ο όρος «κυβερνοεκφοβισμός» (ή ηλεκτρονικός εκφοβισμός) δεν υπάρχει στον ποινικό κώδικα, σε αντίθεση με τον παραδοσιακό εκφοβισμό και δεν ορίζεται ως έγκλημα. Έγκλημα είναι ο τρόπος που αυτός εκφράζεται και ποινικοποιείται επιμέρους. Ποινικοποιείται, δηλαδή, η παραβίαση και παραποίηση των προσωπικών δεδομένων, η συκοφαντική δυσφήμιση, η εξύβριση, καθώς και η παραποίηση δεδομένων, τα οποία και διώκονται ανά περίπτωση.
Από την Ηλέκτρα Κουτσούκου, Δρ. Δικαιώματα Παιδιού, Δικηγόρος, Επιστημονικός Συνεργάτης Πανεπιστημίου Πελοποννήσου
[1]Committee on the Rights of the Child, General comment No. 13 (2011) ,CRC/C/GC/13
[2]http://www.europarl.europa.eu/sides/getDoc.do?pubRef=-//EP//TEXT+MOTION+B8-2014-0285+0+DOC+XML+V0//EL