Γιατί τα παιδιά δε μιλάνε
Υπάρχουν πολλοί λόγοι για τους οποίους τα παιδιά αν και υποφέρουν, βιώνουν τον πόνο τους βουβά και κρατούν το μαρτύριο τους μυστικό.
Μπορεί να μην καταλαβαίνουν εάν αυτό που τους συμβαίνει είναι πράγματι κακό ή να επιλέγουν να θυμούνται μόνο τις στιγμές που δεν κακοποιούνται. Η κακοποίηση, η όποια κακοποίηση μπορεί να παρουσιάζεται ως κάτι «φυσιολογικό» από αυτόν ή αυτή που τα κακοποιεί. Μπορεί ακόμη και να μη βρίσκουν τις λέξεις για να περιγράψουν αυτό που τους συμβαίνει. Μπορεί το παιδί να μην είναι ακόμη σε ηλικία για να μιλήσει καθαρά ή να έχει το κατάλληλο λεξιλόγιο για να εκφράσει με λόγια αυτό που του συμβαίνει. Μπορεί ακόμη και να μην μπορεί να εκφραστεί στα ελληνικά, να είναι ένα παιδί μετανάστης ή πρόσφυγας και τα ελληνικά να είναι για αυτό ξένη γλώσσα. Σε κάθε περίπτωση, τα παιδιά χρειάζονται τη φωνή ενός ενήλικα για να μιλήσει για εκείνα.
Ορισμένες φορές τα παιδιά μπορεί να αναγνωρίζουν ότι αυτό που τους συμβαίνει είναι λάθος, είναι κακό. Ωστόσο, επιλέγουν να μη μιλήσουν για αυτό. Μπορεί να φοβούνται ότι αυτός που τα κακοποιεί θα το μάθει και θα τους κάνει χειρότερο κακό. Μπορεί ακόμη να νιώθουν ότι φταίνε τα ίδια για αυτό που τους συμβαίνει και να νιώθουν ντροπή για αυτό. Υπάρχουν περιπτώσεις που νιώθουν ότι δεν έχουν κανέναν να μιλήσουν. Νιώθουν ότι δεν μπορούν να εμπιστευτούν κανέναν ή ότι κανένας δε θα τα πιστέψει.
Μπορεί μάλιστα να έχουν μιλήσει σε κάποιον και αυτός να μην τα πίστεψε. Αυτό, είναι ίσως το πιο απογοητευτικό για ένα παιδί. Η ματαίωση της προσπάθειας του να μιλήσει. Η ακύρωση του όχι μόνο από αυτόν που το κακοποιεί, αλλά ακόμη και από τον άνθρωπο που του εμπιστεύτηκε αυτό που βιώνει. Το βίωμα αυτό, οδηγεί το παιδί στην απελπισία, αφού νιώθει ότι η κατάσταση που βιώνει είναι αναπόδραστη.
Μιλήστε για τα παιδιά. Γίνετε η φωνή τους. Πάρτε την ευθύνη πάνω σας και αποδείξτε πως η μόνη λύση για το τέλος της βίας στα παιδιά είναι η «Μηδενική Ανοχή στην Παιδική Κακοποίηση».